- αντεπίρρημα
- Το έβδομο και τελευταίο μέρος της παράβασης (κύριο χορικό άσμα) στην αρχαία αττική κωμωδία. Γραμμένο σε τροχαϊκούς τετράμετρους στίχους (όπως και το πέμπτο μέρος, το επίρρημα,με το οποίο αλληλοσυμπληρωνόταν), απαγγελλόταν από τον Χορό που αντιπροσώπευε τον ποιητή. Το ίδιο γινόταν και με τα υπόλοιπα μέρη της παράβασης. Με το α., ο ποιητής ανέπτυσσε από άλλη σκοπιά το θέμα για το οποίο είχε ήδη γίνει λόγος στο επίρρημα (συνήθως εμπαιγμός ή σάτιρα αρχόντων, στρατηγών, των ηθών κ.ά.).
* * *ἀντεπίρρημα, το (Α)τμήμα της αρχαίας κωμωδίας, το οποίο ακολουθεί το επίρρημα (συνήθως σε τροχαϊκούς τετραμέτρους μετά την παράβαση).
Dictionary of Greek. 2013.